Συνέντευξη με τoν σκηνοθέτη Ζαν-Πωλ Ντενιζόν
στο Τρίτο Κουδούνι
Ο Ζαν-Πωλ Ντενιζόν είναι ηθοποιός, σκηνοθέτης, συγγραφέας, με Θεατρικές σπουδές στο Κονσερβατουάρ του Παρισιού (1976). Το 1979 συνδέεται με την ομάδα του Πήτερ Μπρουκ και είναι μαζί του μέχρι το 1991. Από το 1991 αφιερώνεται στη γραφή και τη σκηνοθεσία. Από τότε δημιουργεί και σκηνοθετεί πολυάριθμα έργα στη Γαλλία και το εξωτερικό, ερευνώντας κλασικούς συγγραφείς (Τσέχωφ, Σαίξπηρ, Μαριβώ, Φεϋντώ…) και σύγχρονους (Μπερν, Κοπς, Πωλ Έντμοντ, Βαλέρια Μορέτι, Άλντο Νικολάι, Τίγυ…). Διασκευάζει για το θέατρο Κάφκα, Σαραμάγκο, Βίλχεμ Χοφ… Έγραψε τα έργα: Σάλτο και Μορτάλε (Βραβείο επιτροπής και κοινού στο φεστιβάλ της Βαυαρίας. Βραβείο στο Μόναχο το 2002 καλύτερης θεατρικής παράστασης για νεανικό κοινό). Το 2004 συναντιέται με τον κόσμο της μαριονέτας δημιουργώντας το Εγώ που περπατάω για νεανικό κοινό, παράσταση που ξαναπαίχτηκε στην Αβινιόν το 2014 μετά από διεθνή περιοδεία. Στην Ελλάδα σκηνοθέτησε για το Πεδίον (Άμλετ με πικάντικη σάλτσα του Άλντο Νικολάι, Θέατρο Κνωσσός1995-96 ) και το 2005 τις Τρομπέτες του θανάτου ή Τα μανιτάρια για το Θέατρο Εκστάν. Αυτή τη περίοδο σκηνοθετεί τις «Καρέκλες» του Ιονέσκο στο θέατρο Εκστάν.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΕΛΕΝΗ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ / ΜΑΡΙΑΛΕΝΑ ΔΟΓΓΟΥΡΗ 10/02/2017
ΤΚ: Πείτε μας λίγα λόγια για το έργο του Ιονέσκο «Οι καρέκλες».
«Οι καρέκλες» είναι η ιστορία ενός γέρου και μιας γριάς που πέρασαν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους μαζί. Είναι η ιστορία ενός ζευγαριού που αγαπιέται, ένα ζευγάρι στο τέλος της ζωής. Ζουν απομονωμένοι, σ’ ένα σπίτι, σ’ ένα νησί. Περιμένουν καλεσμένους γιατί ο άντρας πρέπει να αποκαλύψει στους ανθρώπους το μήνυμά του που θα σώσει την ανθρωπότητα. Οι καλεσμένοι φτάνουν, αλλά είναι αόρατοι. Κι ωστόσο οι γέροι τούς μιλάνε, δημιουργούν σχέσεις μαζί τους, ανταλλάσσουν απόψεις…
Ο Ιονέσκο έγραψε ένα ωραίο και δυνατό έργο, ένα βαθύ και ταυτόχρονα κωμικό έργο που μας μιλάει για την ματαιότητα των πραγμάτων, για την ανυπαρξία νοήματος ζωής, για το υπαρξιακό κενό. Νομίζουμε ότι κάτι έχουμε να πούμε, νομίζουμε ότι το μήνυμά μας θα φέρει κάτι καλύτερο στην ανθρωπότητα, ώσπου έρχεται ο θάνατος, και δεν μένει τίποτα εκτός από τα αντικείμενά μας:
ΤΚ: Μιλήστε μας για τους χαρακτήρες του έργου.
Δεν είναι ποτέ ο χαρακτήρας που μετράει, αλλά αυτό που συμβαίνει ανάμεσά στα πρόσωπα. Είναι αυτό το αόρατο που ονομάζουμε σχέσεις. Αν δεν γίνεται τίποτα, μια θανάσιμη βαρεμάρα εγκαθίσταται στο κοινό. Αν όμως συμβαίνουν πολλά, νιώθουμε ότι τα πρόσωπα είναι γεμάτα ζωή.
Πάντως δεν μπορούμε μ’ αυτό το έργο να μπούμε σε μια συμβατική μελέτη της ψυχολογίας του προσώπου. Έχουμε δύο εκατονταετείς γέρους που βγάζουν μια ενέργεια που κανένας γέρος αυτής της ηλικίας δεν θα μπορούσε να έχει. Τα λόγια τους δεν έχουν καμιά λογική. Αποτελούν μέρος αυτού που ονομάζουμε Θέατρο το Παραλόγου. Αν πούμε ότι αυτό το θέατρο είναι θέατρο το παραλόγου και ότι επομένως πρέπει να δείξουμε το παράλογο, κάνουμε μεγάλο λάθος. Γιατί θα πέσουμε στην επίδειξη και την επιθυμία να προκληθεί γέλιο εξ αιτίας του παράλογου των λόγων τους. Η δουλειά μας λοιπόν ήταν να κάνουμε προφανές ό,τι ζουν τα πρόσωπα, σαν να συνέβαινε αυτό στην πραγματικότητα, θα μπορούσαμε να πούμε μ’ ένα ρεαλιστικό τρόπο. Το έργο βεβαίως σηματοδοτεί την εποχή που γράφτηκε. Στο ζευγάρι η γυναίκα είναι αφοσιωμένη στον άντρα της, κι εκείνος ασχολείται με το πνεύμα και τις κοινωνικές σχέσεις. Στο σπίτι αυτή δουλεύει προσφέροντάς του την ευχαρίστηση εκείνος να συζητάει με τους καλεσμένους του.
ΤΚ: Τι είδους ιδιαιτερότητες έχει το ανέβασμα που αφορά το Θέατρο του Παραλόγου, τόσο σκηνικά όσο και υποκριτικά;
Κάθε έργο είτε ανήκει στο θέατρο του παραλόγου είτε όχι, έχει την ιδιαιτερότητά του. Εμείς όταν ανεβάσαμε τις Καρέκλες και προσπαθήσαμε να διηγηθούμε την ιστορία τους, για το σκηνικό, λάβαμε υπόψη μας ότι τα παράθυρα όταν ανοίγουν δεν καλύπτουν όλο το άνοιγμα. Σε σχέση με την υποκριτική , το παράλογο μεταφράζεται μέσα από τον ίδιο το λόγο των ηθοποιών. Για παράδειγμα: Δεν μ’ αρέσουν οι μήνες του χρόνου. Επίσης και με την είσοδο στη σκηνή των αόρατων προσώπων στους οποίους απευθύνονται.
ΤΚ: Πόσο επίκαιρη είναι η θεματολογία του έργου για τα σύγχρονα δεδομένα;
Τι σημαίνει επίκαιρο για τα σύγχρονα δεδομένα; Ό,τι συμβαίνει στην ιστορία τού σήμερα ή ερωτήματα που μπορούμε να θέσουμε σε σχέση με μια ιστορία; Ο Αριστοτέλης, ο Σαίξπηρ, ο Τσέχωφ, ο Σπινόζα ο Αϊνστάϊν… δεν είναι πια σύγχρονοι γιατί έχουν πεθάνει; Αυτό που κάνει επίκαιρη μια ιστορία που διηγούμαστε, είναι το πλήθος των ερωτήσεων που βάζει ο θεατής βγαίνοντας από το θέατρο, το νόημα που αντλεί για τη ζωή του, και αν η απόλαυση που παίρνει, δίνει νόημα στο αίσθημα του «ζειν».
ΤΚ: Με δεδομένο το γεγονός ότι έχετε συμμετάσχει στο παρελθόν σε θεατρικές δουλειές το εξωτερικού, ποιες βασικές διαφορές εντοπίζετε με το ελληνικό θέατρο;
Καθώς ήρθα στην Αθήνα για να σκηνοθετήσω, δυστυχώς δεν είχα το χρόνο να πάω στο θέατρο. Δεν μπορώ λοιπόν να πω τίποτα για το παίξιμο των ηθοποιών ή για τους Έλληνες σκηνοθέτες.
ΤΚ: Ποιες προσλαμβάνουσες περνάτε ως συντελεστές στο θεατρικό κοινό;
Κατ’ αρχήν δεν θέλω να περάσω μηνύματα. Αυτό θα σήμαινε ότι το έργο έχει μόνο ένα νόημα. Το μόνο πράγμα που θέλω να δώσω στους θεατές είναι η ευχαρίστηση, κι αν ο θεατής ευχαριστηθεί θα βρει ένα νόημα, το δικό του. Κι αυτό το λέω γνωρίζοντας ότι το να δώσεις ευχαρίστηση είναι ένα από τα πιο δύσκολα πράγματα, γιατί η χοντροκομμένη και εύκολη ευχαρίστηση μόνο χυδαιότητα προσφέρει . Η ευχαρίστηση πρέπει να είναι εκλεπτυσμένη.
ΤΚ: Το κοινό για να παρακολουθήσει την παράσταση χρειάζεται να έχει εξοικειωθεί με το θέατρο του παραλόγου;
Καθόλου. Για το κοινό κάθε έργο είναι μια καινούργια ιστορία και κάθε καινούργια ιστορία δεν προϋποθέτει μια γνώση a priori. Διαφορετικά θα πέσουμε σ’ ένα θέατρο για ειδικούς. Θα ήταν γελοίο να κάνουμε ένα θέατρο για ειδικούς στον ηλεκτρισμό για παράδειγμα, που μόνο αυτοί θα καταλάβαιναν και ο κανονικός θεατής θα χρειαζόταν 3-4 χρόνια σπουδών για να του επιτραπεί να καταλάβει το έργο.
ΤΚ: Ποιοι είναι οι μελλοντικοί σας στόχοι;
Σεμινάρια μετεκπαίδευσης, μια σκηνοθεσία στη Νάπολη, μια άλλη στη Σουηδία… Αλλά θα ήθελα φυσικά να συνεχίσω το δρόμο που έχω αρχίσει εδώ και πολύ καιρό με την Ελένη και το Γιάννη.